- ῥείθρων
- ῥεί̱θρων , ῥεῖθρονthat which flowsneut gen pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αποχέτευση — Σύστημα υπονόμων και σωλήνων που χρησιμεύουν για να μεταφέρουν μακριά από ορισμένες ζώνες, ιδιαίτερα τις κατοικημένες, τα υγρά και καμιά φορά και τα στερεά απορρίμματα (λύματα). Διακρίνουμε δύο κατηγορίες υδάτων προς α., τα ακάθαρτα και τα νερά… … Dictionary of Greek
συρράσσω — και συρρήσσω και αττ. τ. συρράττω Α 1. συγκρούομαι, συμπλέκομαι με κάποιον 2. (για ποταμούς) συναντιέμαι με πάταγο («μεγάλων... ῥείθρων εἰς ἕνα τόπον συρραττόντων», Διόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ῥάσσω / ῥήσσω «χτυπώ»] … Dictionary of Greek
χαλιναγωγός — όν, Α αυτός που συγκρατεί, που αναχαιτίζει, σαν τον ιππέα που χρησιμοποιεί το χαλινάρι («ὁ τῶν Ἰορδανίων ῥείθρων χαλιναγωγός», Ιωάνν. Χρυσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλινός + ἀγωγός (πρβλ. δημ αγωγός)] … Dictionary of Greek
Μουσείο Παλαιάς Λατομικής Τέχνης, Υπαίθριο — Το πρώτο στην Eλλάδα, και από τα ελάχιστα του είδους του στον κόσμο, μουσείο λατομικής τέχνης δημιουργήθηκε από το 1994 έως το 1998 στον Διόνυσο Αττικής, σε μια έκταση 135 στρεμμάτων, στη θέση Αλούλα. Aποτελεί ιδιωτική πρωτοβουλία της… … Dictionary of Greek
ИОАНН БОГОСЛОВ — [Иоанн Зеведеев; греч. ᾿Ιωάννης ὁ Θεολόγος], один из ближайших учеников Иисуса Христа, св. апостол от Двенадцати (см. Апостолы), с именем к рого церковное Предание связывает создание ряда канонических текстов НЗ, в т. ч. Евангелия от Иоанна,… … Православная энциклопедия